φόρουμ

φόρουμ
το, ΝΜΑ
άκλ. (στην αρχαιότητα) υπαίθριος χώρος λαϊκών συναθροίσεων περιβαλλόμενος από δημόσια οικοδομήματα και στοές που βρισκόταν στο κέντρο κάθε αρχαίας ρωμαϊκής πόλης και ο οποίος αποτελούσε τη ρωμαϊκή εκδοχή τής ελληνικής Αγοράς, από την οποία και είχε προκύψει χρησιμεύοντας επίσης και ως εμπορικό κέντρο, με καταστήματα και εργαστήρια, ή ως ακρόπολη
νεοελλ.
1. σύσκεψη, διάσκεψη, συνέδριο, σώμα
2. βήμα ομιλητή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. forum].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Ουγγαρία — Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Β με τη Σλοβακία, ΒΑ με την Ουκρανία, Α με τη Ρουμανία, Ν με τη Σερβία Μαυροβούνιο, την Κροατία και τη Σλοβενία και Δ με την Αυστρία.Τα σύνορα τους O. καθορίστηκαν με τη συνθήκη του Τριανόν (1920), μετά τον …   Dictionary of Greek

  • Τσεχία — Συνορεύει στα βόρεια με τη Γερμανία και την Πολωνία, στα νότια με τη Αυστρία και στα νοτιοανατολικά με τη Σλοβακία.Όταν διασπάστηκε η Τσεχοσλοβακία, στη Δημοκρατία της Τσεχίας παρέμειναν το ιστορικό βασίλειο της Βοημίας, η Μοραβία και τμήμα της… …   Dictionary of Greek

  • Κένυα — Eπίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κένυας Έκταση: 582.650 τ. χλμ. Πληθυσμός: 31.138.735 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Ναϊρόμπι (2.411.900 κάτ. το 2002)Κράτος της ανατολικής Αφρικής. Συνορεύει Β με την Αιθιοπία και με το Σουδάν, Δ με την Ουγκάντα, Ν με… …   Dictionary of Greek

  • Ινδονησία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδονησίας Έκταση: 1.919.440 τ. χλμ. Πληθυσμός: 228.437.870 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Τζακάρτα (8.389.443 κάτ. το 2001)Νησιωτικό κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας. Έχει χερσαία σύνορα (σε διαφορετικά νησιά) με τη… …   Dictionary of Greek

  • Ρώμη — I (Rome). Όνομα δύο πόλεων των Η.Π.Α. 1. Πρωτεύουσα της περιοχής Ονέιντα, της Πολιτείας της Ν. Υόρκης (44 350 κάτ.). Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Μόουχωκ, βορειοδυτικά της Ούτικα. Πρόκειται για βιομηχανικό κέντρο και σιδηροδρομικό κόμβο… …   Dictionary of Greek

  • Σατουρνάλια — Γιορτή του ρωμαϊκού ημερολογίου που συνέπιπτε με τη 17η Δεκεμβρίου. Την ημέρα εκείνη τελούνταν θυσία στον Κρόνο (Saturnus), τον επώνυμο θεό της γιορτής, σ’ ένα ναό του που βρισκόταν στο Φόρουμ. Η εορταστική περίοδος κρατούσε τρεις ημέρες: τότε… …   Dictionary of Greek

  • αφοπλισμός — Στον όρο α. συμπεριλαμβάνονται τρεις, το λιγότερο, διαφορετικές έννοιες: η καταστροφή ή η μείωση των εξοπλισμών, που επιβάλλεται σε μία ηττημένη χώρα, ο α. καθορισμένων γεωγραφικών περιοχών που προβλέπεται από διμερείς συνθήκες· η μείωση ή ο… …   Dictionary of Greek

  • παιδεία — Δραστηριότητα η οποία αποσκοπεί στο να μεταδώσει, με τη διδασκαλία, κατά τρόπο οργανικό κατά κανόνα, σειρά θεωρητικών ή πρακτικών γνώσεων. (Γενικότερα ο όρος παιδεία σημαίνει επίσης τη μόρφωση και κάποτε και την καλλιέργεια). Ανάλογα με εκείνον… …   Dictionary of Greek

  • ρώμη — I (Rome). Όνομα δύο πόλεων των Η.Π.Α. 1. Πρωτεύουσα της περιοχής Ονέιντα, της Πολιτείας της Ν. Υόρκης (44 350 κάτ.). Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Μόουχωκ, βορειοδυτικά της Ούτικα. Πρόκειται για βιομηχανικό κέντρο και σιδηροδρομικό κόμβο… …   Dictionary of Greek

  • φόρο — το / φόρον, ΝΜΑ, και φόρος, ο, ΝΜ η αγορά, η περιοχή τής αγοράς νεοελλ. φρ. «τά βγάλε στο φόρο» [ή στα φόρα]» τά φανέρωσε δημόσια, τά αποκάλυψε μσν. η περιοχή τού δικαστηρίου. [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. forum «αγορά» (πρβλ. και νεοελλ. φόρουμ). Ο νεοελλ …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”